Ο Κώστας Τίγκας για τη Μικρασιατική Καταστροφή

Διαβάστε το άρθρο με τα συμπεράσματα και τις διαπιστώσεις του Δημοτικού Συμβούλου και Επικεφαλής της Μείζονος Αντιπολίτευσης Παπάγου-Χολαργού αναφορικά με την εθνική καταστροφή στη Μικρά Ασία.











Μικρά Ασία: Εθνική Καταστροφή
Κατάρρευση Μετώπου-Ξεριζωμός
Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα

Του
Κώστα-Πολυχρόνη Τίγκα
Αντιστρατήγου ε.α.- πρ. Καθηγητή Ιστορίας Σ.Σ.Ε.
Επικεφαλής Μείζονος Αντιπολιτεύσεως
Δήμου Παπάγου - Χολαργού

Αυτές τις ημέρες θα πρέπει να θυμηθούμε ψύχραιμα, μελετώντας προσεκτικά, την εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά την χρονική περίοδο 1919-1922 και που σημάδεψαν σε μεγάλο βαθμό την μετέπειτα πορεία του Έθνους μας. Θα ήταν σκόπιμο να μελετήσουμε τα γεγονότα διακρίνοντας αυτά σε τρεις ενότητες, ήτοι:

Όσο και αν προσπαθούμε δυσκολευόμαστε να βρούμε τις λέξεις εκείνες που  θα εξιστορήσουν το θρήνο για όσους αγαπημένους τόσο τραγικά έχουν χαθεί. Για τα παιδιά που σφάχτηκαν στον κόρφο μιας μάνας, για τις θυγατέρες που ατιμάστηκαν, για τους συζύγους, τους αδερφούς και τους πατεράδες που έσβησαν στα στρατόπεδα εργασίας.

Πώς να μιλήσει κανείς για τον πικρό νοσταλγικό πόθο εκατομμυρίων ανθρώπων για τις χαμένες πατρίδες τους; Αυτήν την ώρα είναι εμφανής η αδυναμία του λόγου. Όμως ακόμα κι έτσι, πρέπει να μιλήσουμε για όσα συνέβησαν κάμποσες δεκαετίες πριν, ωστόσο ο απόηχος και οι συνέπειές τους εξακολουθούν και σήμερα να στοιχειώνουν τη ζωή μας.

Αίτια και αφορμές

H εκστρατεία στη Μικρά Ασία, την οποία πραγματοποίησε ο ελληνικός στρατός άρχισε  στις 2/15 Μαΐου 1919 έως 5/18 Σεπτεμβρίου 1922 (από τις αναγραφόμενες δύο ημερομηνίες, η πρώτη αφορά στο παλαιό ή Ιουλιανό ημερολόγιο και η δεύτερη, 13 ημέρες μετά, στο νέο ή Γρηγοριανό) και είχε σκοπό την απελευθέρωση ελληνικών πληθυσμών που κατοικούσαν στο Δυτικό τμήμα της Μ. Ασίας.

Τα αίτια της Μικρασιατικής εκστρατείας ήταν στενά συνδεδεμένα με αυτήν την ίδια ιστορία του Ελληνισμού. Από τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ. ακμάζουσες ελληνικές εγκαταστάσεις βρίσκονται στις Βόρειες, Δυτικές και Νότιες Μικρασιατικές ακτές και περιβρέχονται από τον Εύξεινο Πόντο και το Αιγαίο Πέλαγος.

Είναι γνωστό ότι κατά την αρχαιότητα στα Δυτικά παράλια της Μ. Ασίας ακτινοβολούσαν οι Αιολικές, Δωρικές και Ιωνικές πόλεις (αποικίες) που υπήρξαν κοιτίδα του Ελληνικού Πολιτισμού. Μετέπειτα, επί Μεγάλου Αλεξάνδρου και βραδύτερα, κατά την ακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ο Ελληνισμός επεκτάθηκε σε όλη τη Μ. Ασία.

Tα βαθύτερα αίτια της Μικρασιατικής Εκστρατείας δεν είχαν μόνο εθνολογικό και απελευθερωτικό σκοπό αλλά ήταν και ιστορικό καθήκον για την ανάκτηση της γης των προγόνων.

Πολλές φορές μετά το 1821 το Ελληνικό Κράτος προσπάθησε να περιλάβει στους κόλπους του τους υπόδουλους Ελληνικούς πληθυσμούς, όπως συνέβη με τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, τον Μακεδονικό αγώνα  1904-1908 και τους Βαλκανικούς πολέμους  1912-1913.

Μετά το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων 2.500.000 Έλληνες παρέμειναν κάτω από το πέλμα   του Τούρκου δυνάστη, ο οποίος άρχισε ένα ευρύ σχέδιο διωγμών. Μέχρι και το Πατριαρχείο ανάγκασε να κηρύξει την Ορθόδοξη Εκκλησία υπό διωγμό.

Διπλωματικές προσπάθειες της Ελληνικής Κυβέρνησης για χαλάρωση των σκληρών και απάνθρωπων αυτών μέτρων δεν απέδωσαν. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε αντιμέτωπες Ελλάδα και Τουρκία και έδωσε την ευκαιρία στην Ελληνική Κυβέρνηση για μία ακόμη προσπάθεια απελευθέρωσης των υπόδουλων Ελλήνων της Δυτικής Μ. Ασίας. Με την υπογραφή της συνθήκης του Μούδρου, τον Οκτώβριο του 1918 μεταξύ Τουρκίας και Συμμάχων (Αντάντ) τέθηκε τέρμα στις πολεμικές επιχειρήσεις.

Με την ανακωχή υποχρεωνόταν η Τουρκία να αποστρατεύσει τις δυνάμεις της και να παραδώσει τον οπλισμό σε αποθήκες υπό την άγρυπνη επίβλεψη των Συμμάχων. Για την επίβλεψη τηρήσεως της ανακωχής του Μούδρου εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη διασυμμαχική επιτροπή.

Η προβολή των Ελληνικών διεκδικήσεων στη Διάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι, έγινε επίσημα για πρώτη φορά με υπόμνημα του Ελευθέριου Βενιζέλου τον Δεκέμβριο του 1918, στο οποίο αναφέρονταν τα επίμαχα Ελληνικά ζητήματα στην περιοχή της Βαλκανικής (Βόρειος Ήπειρος, Θράκη), τα νησιά του Αιγαίου που συμπεριλάμβαναν και τα Δωδεκάνησα και η Δυτική Μικρά Ασία.

Τα επιχειρήματα ήταν ιστορικά και γεωγραφικά, ως βάση όμως προβαλλόταν η υπεροχή του ελληνικού στοιχείου σύμφωνα με τις διακηρύξεις των Συμμάχων και τα 14 άρθρα του Προέδρου Ουίλσον.

Διπλός Ρόλος του Ελληνικού Στρατού

Το ιστορικό της αποστολής του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη χρονολογείται από 1η Φεβρουαρίου 1919 (νη) όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος παρουσιάστηκε στο Ανώτατο Συμβούλιο και απαίτησε την εκχώρηση της περιοχής της Σμύρνης. Οι Γάλλοι και οι Βρετανοί το υποστήριξαν, οι Αμερικανοί όχι και οι Ιταλοί διάκειντο εχθρικά και αποχώρησαν από το Συμβούλιο.

Σε όλες τις διεκδικήσεις, ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία, φανερά εχθρική ήταν η Ιταλία, η οποία θεωρούσε ότι το Μικρασιατικό ζήτημα είχε ήδη κριθεί κατά τρόπο ευνοϊκό για τα συμφέροντά της με τη Συνθήκη του Λονδίνου  (Απρ. 1915), με την οποία της αναγνωριζόταν Ζώνη Επιρροής στο Νομό Αττάλειας και με τη συνθήκη του Αγ. Ιωάννη της Μωριένης της Σαβοΐας (Απρ. 1917)  με  την  οποία  οι Σύμμαχοι της παραχωρούσαν το Βιλαέτι (νομό) και την πόλη της Σμύρνης και οχυρωνόταν πίσω από αυτές τις  συνθήκες.

Μετά από πολλές, σκληρές και έντονες διαβουλεύσεις, στις 23 Απρ./6 Μαΐου 1919 ο Λόυδ Τζωρτζ ζήτησε να επιτραπεί να στείλει η Ελλάδα 2-3 Μεραρχίες για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού στην Τουρκία. Σε αυτό συμφώνησε  ο Πρόεδρος Ουίλσον των ΗΠΑ και ο Γάλλος Πρωθυπουργός Κλεμανσώ.

Την παραμονή της αποβάσεως του Ελληνικού Στρατού, δηλαδή 1/14 Μαΐου 1919, η Διάσκεψη Ειρήνης εφαρμόζοντας διπρόσωπη πολιτική έδινε ένα μέρος του Βιλαετίου και τη Σμύρνη στην Ελλάδα, στην Ιταλία δε τη ζώνη Νότια του Μαίανδρου ποταμού.

Θα πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας ότι το Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα είχε διπλό ρόλο, αφενός μεν Συμμαχικό, που αποστολή του ήταν η επιβολή της ειρήνης και της τάξεως στην περιοχή της Μικράς Ασίας και αφετέρου Εθνικό, με αποστολή την απελευθέρωση της Σμύρνης από τα δεινά που υφίσταντο από το Τουρκικό στοιχείο.

H πυρπόληση και καταστροφή της Σμύρνης - Η μεγάλη σφαγή

Μετά την κατάρρευση του μετώπου και την άτακτη υποχώρηση και αναδίπλωση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος από το Αφιόν Καραχισάρ, στα μέσα Αυγούστου του 1922, άρχισε και ο ξεριζωμός ενός μεγάλου μέρους του χριστιανικού πληθυσμού (Ελλήνων και Αρμενίων) προς τη Μικρασιατική ακτή που κατά τους υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου έφτανε τις 250.000. Επίσης στη Σμύρνη είχαν βρει καταφύγιο και 15.000 Αρμένιοι που συνωστίζονταν στα διάφορα ιδρύματα και σπίτια της «Επειδή η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευσις έλαβε μέτρα δια την εκκαθάρισιν από τα λείψανα του ελληνικού στρατού και εκμηδένισιν των καταστρεπτικών οργανώσεων του εχθρού, όλοι οι κάτοικοι, άνευ διακρίσεως φυλής και θρησκεύματος, οφείλουν να επιστρέψουν εις τας εστίας των και επαναλάβουν τας ειρηνικάς εργασίας των», όπως έλεγε η απόφαση.

Από το ίδιο βράδυ άρχισαν να γίνονται λεηλασίες και φόνοι. Ο Έλληνας μητροπολίτης της Σμύρνης, Χρυσόστομος, δολοφονήθηκε και κατακρεουργήθηκε μπροστά στα μάτια του στρατηγού Νουρεντίν, ο οποίος τον παρέδωσε στον τουρκικό όχλο. Την επομένη ημέρα και ενώ άρχισαν να καταφθάνουν στην πόλη τουρκικές τακτικές δυνάμεις οι σφαγές και οι λεηλασίες άρχισαν να συστηματοποιούνται στις ελληνικές και αρμενικές συνοικίες.

Πάνω από 300.000 άνθρωποι στο στενό χώρο της προκυμαίας, ανάμεσα στις φλόγες και στο λιμάνι της σωτηρίας που ελπίζουν. Η φοβερή καταστροφή έφτασε και στα σπίτια της παραλίας και αποτέφρωσε όλες τις συνοικίες της Σμύρνης, την αρμενική, την ελληνική, την εμπορική και την ευρωπαϊκή, πλην της τουρκικής και της εβραϊκής (κάποιοι Εβραίοι μάλιστα, είχαν βρει μια προσοδοφόρα «εργασία»: πουλούσαν σημαιάκια της Τουρκίας στους Έλληνες τάχα για να τους «σώσουν»). Ήτανε μία των μεγαλυτέρων πυρκαγιών της ιστορίας και θύμιζε την Πομπηία...

Οι πανικόβλητοι Μικρασιάτες που συγκεντρώθηκαν στην προκυμαία, προσπαθούσαν απεγνωσμένα να επιβιβαστούν στα πλοία που ήταν συγκεντρωμένα στο λιμάνι της Σμύρνης και που εκείνες τις τραγικές στιγμές ήταν η μοναδική σανίδα σωτηρίας που υπήρχε..

Τη μακάβρια αυτή  εικόνα συμπλήρωσε και ο Γάλλος συγγραφέας Εντουάρ Ντριο γράφοντας:

«Χιλιάδες δυστυχείς υπάρξεις σωρευμένες κατά μήκος της προκυμαίας ρίχτηκαν στην θάλασσα. Σε μεγάλο μήκος του λιμανιού εκατοντάδες πτωμάτων είχαν γεμίσει την θάλασσα ώστε να μπορεί κανείς να βαδίσει πάνω σε αυτά.Τους επιπλέοντες τους αποτελείωναν οι Τούρκοι με σπαθιά και ξύλα. Αναρίθμητες οι υπάρξεις, προπαντός γυναίκες, παιδιά και γέροντες, εσφάγησαν μέσα σε αίσχιστες θηριωδίες...».

Επισήμως κανένα από τα αγκυροβολημένα πλοία των Συμμάχων δεν βοήθησε τους Έλληνες. Ο διεθνής, αλλά και ο τούρκικος τύπος υποβάθμισαν το γεγονός της καταστροφής και τις φρικαλεότητες των Τούρκων. Οι ξένοι έδειξαν μια κατ΄ ουσίαν εχθρική στάση σε σημείο που να λένε ότι…«Οι Έλληνες πυρπόλησαν την Σμύρνη», ένα επιχείρημα το οποίο υποστηρίζουν μέχρι και σήμερα οι Τούρκοι (δίπλα στους Έλληνες «εμπρηστές» βάζουν και τους Αρμένιους).

Όλοι οι δρόμοι της Σμύρνης γεμάτοι πτώματα Ελλήνων και Αρμένιων. Γεμάτη άψυχα κουφάρια κι η θάλασσα της Σμύρνης από την πόλη και τα τριγύρω χωριά.

Από την πυρκαγιά και τις επιθέσεις των Τούρκων κατά του τρομοκρατημένου πλήθους στους δρόμους τις Σμύρνης για 3-4 ημέρες, έχασαν την ζωή τους περίπου 12.000 άνθρωποι, από τους οποίους οι 10.000  ήταν Έλληνες και οι 2.000 Αρμένιοι.

Κάηκαν 55.000 σπίτια από τα οποία τα 43.000 ήταν ελληνικά, τα 10.000 αρμενικά και 2.000 ξένων υπηκόων. Αποτεφρώθηκαν 117 σχολεία κοινοτικά και ιδιωτικά, ελληνικά και αρμενικά, όλα τα νοσοκομεία, 2 μουσεία και πολλά ιδρύματα. Από τις εκκλησίες οι 43 από τις 46.

Παρ΄ ότι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από τη γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας (ξεκινά από 300.000 και φτάνει ως 1.000.000), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, τουλάχιστον 500.000 (εκτός των Ποντίων) Μικρασιάτες έχασαν τη ζωή κάτω από βασανιστικές και απάνθρωπες συνθήκες.

Ο πολύ σπουδαίος Αμερικανός Συγγραφέας Εdward Hale Bierstadt στο βιβλίο του «Η Μεγάλη Προδοσία» γράφει:

Τι να πρωτοθυμηθώ; Στη μνήμη μου είναι χαραγμένη για πάντα η τελευταία εικόνα της άτυχης Σμύρνης: τεράστια σύννεφα καπνού να ανεβαίνουν ψηλά, ως τον ουρανό, αμέτρητα πλήθη προσφύγων να συνωστίζονται στη στενή προκυμαία και ένας πάνοπλος και παντοδύναμος πολεμικός στόλος να παρακολουθεί αμέτοχος -από πολύ κοντά- όσα συνέβαιναν.

Της Σμύρνης δεν της έλειψε καμιά από τις πρωτόγονες ωμότητες του ανθρώπινου πάθους που υποβιβάζει τον άνδρα σε επίπεδο κατώτερο και από του κτήνους. Σε όλη τη διάρκεια αυτού του δράματος, που ήταν διαβολικής συλλήψεως, οι Τούρκοι δε σταμάτησαν ούτε λεπτό το πλιάτσικο και τους βιασμούς. Θα μπορούσα να καταλάβω ακόμα και το βιασμό, μια που σχετίζεται με ένα ακατανίκητο ένστικτο και μάλιστα σε μια φάση που τα πάθη και τα μίση είναι τόσο έντονα και τη στιγμή που ο λαός ο οποίος ξεσπάει είναι χαμηλής νοημοσύνης και πολιτισμού. Αλλά η καταλήστευση χριστιανών γυναικών και κοριτσιών δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε σε θρησκευτικό φανατισμό ούτε σε αχαλίνωτο ερωτικό πάθος.

Ένα από τα πιο βασανιστικά αισθήματά μου εκείνες τις μέρες ήταν της ντροπής, ντρεπόμουν που ανήκα στο ανθρώπινο γένος. Στην καταστροφή της Σμύρνης πάντως συνέβη και κάτι που δεν είχε προηγούμενο ούτε στην περίπτωση της Καρχηδόνας. Εκεί δεν υπήρχε συνασπισμένος πολεμικός στόλος χριστιανών να παρακολουθεί αμέτοχα ένα δράμα που είχε προκληθεί από τις ομόθρησκες κυβερνήσεις του. Στην Καρχηδόνα δεν υπήρχαν αμερικανικά αντιτορπιλικά.

Η εικόνα των πολεμικών πλοίων στο λιμάνι της Σμύρνης το σωτήριο έτος 1922, να παρακολουθούν σιωπηλά την τελευταία πράξη της τραγωδίας των χριστιανών της Τουρκίας, ήταν ίσως η πιο θλιβερή και πιο σημαντική απ’ όλες.

Διαπιστώσεις-Συμπεράσματα

Όσα διαδραματίστηκαν τις μαύρες εκείνες ημέρες είναι αδύνατο να ξεχαστούν. Σταματάει ο νους του ανθρώπου αν αναλογιστεί τις κτηνωδίες που διαπράχθηκαν σε βάρος των Ρωμιών της Μικράς Ασίας. Απορεί πώς είναι δυνατό κάποιοι άνθρωποι να συνέλαβαν και να εξετέλεσαν τέτοιες πράξεις βαρβαρότητας.

Οι διηγήσεις όσων επέζησαν από την Κεμαλική κόλαση δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο. Δεν υπάρχει ανοσιούργημα που να μην διαπράχθηκε με θύματα τους δύστυχους Ρωμιούς. Ακόμα και σήμερα, 95 χρόνια μετά, ραγίζει η καρδιά όποιου τις διαβάζει, όσο σκληρή κι αν είναι.

Όμως, παρά τη συναισθηματική φόρτιση από όλα τα παραπάνω, ας προσπαθήσουμε να τα δούμε όσο γίνεται πιο ψυχρά και να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα.

Οι σύμμαχοι;

Εμείς;

Μετά το ’22 η Ελλάδα μας κυριολεκτικά μεταμορφώθηκε. Βέβαια ήταν πια μια “μικρή πλην έντιμος”, όπως ανόητα διακήρυσσαν κάποιοι πολιτικοί της εποχής (λες και το “έντιμος” αποτελεί τίτλο τιμής για ένα κράτος). Από την άλλη όμως, το 1,5 εκατομμύριο περίπου των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στη  νέα τους πατρίδα, εξαθλιωμένοι στην αρχή, προοδεύοντες όμως στη συνέχεια, άλλαξαν το σκηνικό της χώρας μας.

Τέλος, ας μην λησμονούμε ότι σε όλες τις μάχες που έλαβαν χώρα ο Ελληνικός Στρατός ουδέποτε ηττήθηκε, πλην φυσικά της τελικής αντεπίθεσης των Τούρκων. Με απόλυτη επιτυχία απελευθέρωσε τη Σμύρνη, υπήρξε νικητής στις επιχειρήσεις της Φιλαδέλφειας, Πάνορμου, Προύσας, Ουσάκ, Τσεντίλ, ως επίσης και στο Δορρύλαιο (Εσκή Σεχήρ), Κιουτάχεια, Αφιόν Καραχισάρ και τέλος στη διάβαση και σταθεροποίηση Δυτικά του Σαγγάριου.

Στο ερώτημά μας: “χάθηκαν λοιπόν όλα;”, μπορεί ναι μπορεί και όχι. Ο ποιητής, πιστός στη δύναμη του έθνους λέει ότι τη Ρωμιοσύνη δεν πρέπει να την κλαίμε. Ή, τουλάχιστον, αν πρέπει να κλάψουμε για τις συμφορές που πέρασαν, άλλο τόσο έχουμε χρέος ιερό στις χιλιάδες των νεκρών εθνομαρτύρων, να θεριεύουμε στις προκλήσεις που ανοίγονται διάπλατα μπροστά μας.

Ετικέτες ,